- πρωτεΐδιο
- το, Ν(βιοχ.) οργανικό μόριο που σχηματίζεται από τη συνένωση μεγάλου αριθμού αμινοξέων και το οποίο παίζει θεμελιώδη ρόλο στη δομή και τη λειτουργία τού κυττάρου, αφού αποτελεί τον κύριο τρόπο έκφρασης τής γενετικής πληροφορίας.
Dictionary of Greek. 2013.